Η κατάθεση του αντεργατικού σχεδίου νόμου στη Βουλή από την κυβέρνηση, αργά το βράδυ της περασμένης Παρασκευής, επιβεβαίωσε πέρα για πέρα την εκτίμηση των συνδικάτων ότι πρόκειται για ένα νομοθετικό τερατούργημα, πραγματικό οδοστρωτήρα των εργασιακών δικαιωμάτων που έχουν απομείνει. Μετά και τη «διαβούλευση», με τις εποικοδομητικές προτάσεις εργοδοτικών φορέων αλλά και της ίδιας της ΓΣΕΕ, που συνδιαμόρφωσε με την κυβέρνηση το νομοσχέδιο, τελικά αυτό το αίσχος που κατατέθηκε στη Βουλή είναι ακόμα πιο αντιδραστικό από αυτό που αρχικά είχε παρουσιάσει (στις 12 Μάη) ο Κ. Χατζηδάκης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η κυβέρνηση δίπλα στη νέα επίθεση του απεργιακού δικαιώματος, που εξασφαλίζεται με αλλεπάλληλες διατάξεις των προηγούμενων κυβερνήσεων, πρόσθεσε και την απαγόρευση να επαναπροκηρύσσεται μια απεργία ενός πρωτοβάθμιου σωματείου που κρίθηκε παράνομη από τα δικαστήρια, αυτήν τη φορά από δευτεροβάθμιες ή τριτοβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις (άρθρο 95). Παράλληλα, κλιμακώνοντας την επίθεση στην οργάνωση και συλλογική έκφραση των εργαζομένων, τα συνδικάτα, με άλλη διάταξη που προστέθηκε, φόρτωσε σε αυτά και στους συνδικαλιστές και την αστική ευθύνη για μια απεργία, υπό το πρόσχημα «βίαιων ενεργειών», δίνοντας πρόσθετα όπλα στην εργοδοσία να τα εξοντώσουν και οικονομικά και παρέχοντας κάλυψη σε κάθε είδους προβοκάτορες και τσιράκια της εργοδοσίας για να ποινικοποιείται η συνδικαλιστική δράση.
Το σχέδιο νόμου λοιπόν που κατατέθηκε στη Βουλή προβλέπει την κατάργηση του 8ωρου, την επιβολή 10ωρης απλήρωτης δουλειάς με το πιστόλι στον κρόταφο των εργαζομένων (ατομικές συμβάσεις), την αύξηση του αριθμού των υπερωριών που γίνονται και φθηνότερες για τον εργοδότη, ανοίγοντας το δρόμο ακόμα και για τη νομιμοποίηση της 12ωρης εργασίας, την κατάργηση σε δεκάδες κλάδους και για χιλιάδες εργαζόμενους της κυριακάτικης αργίας, την αύξηση της ευελιξίας, την ασυδοσία των επιχειρήσεων να απολύουν ελεύθερα και πιο φθηνά, την επέκταση και μονιμοποίηση της τηλεργασίας.
Σημειώνεται ότι σε κενό γράμμα μετατρέπεται το απεργιακό δικαίωμα για μεγάλους κλάδους μέσα από την «ελάχιστη παροχή υπηρεσιών», ενώ με πλήθος διατάξεων ορθώνονται ανυπέρβλητα εμπόδια τόσο κατά τη λήψη της σχετικής απόφασης από τους εργαζόμενους, όσο και κατά την πραγματοποίησή της, ενώ τίθεται υπό διωγμό συνολικά η συνδικαλιστική δράση, στοχοποιούνται οι συνδικαλιστές.
Με μια κουβέντα, η κυβέρνηση νομοθετεί την πλήρη ασυδοσία της εργοδοσίας, κάνει καθεστώς την εργασιακή ζούγκλα, αναγορεύει σε «νομιμότητα» την χωρίς όρια εκμετάλλευση της εργατικής τάξης.
Και γι’ αυτό παίρνει μέτρα ποινικοποίησης της οργανωμένης και συλλογικής πάλης, προσπαθεί να απονευρώσει τα συνδικάτα και τη λειτουργία τους, τόσο μέσα από το ηλεκτρονικό φακέλωμα όσο και με τη στοχοποίηση των δευτεροβάθμιων οργανώσεων, αφού τους αφαιρεί, όπως προαναφέρθηκε, να καλύπτουν απεργιακά τους εργαζόμενους που δίνουν μάχη με την εργοδοσία.
Κάθε άρθρο κι ένα συντριπτικό χτύπημα στα εργατικά δικαιώματα
Ειδικότερα το νομοσχέδιο, και εκτός από την επίθεση στο απεργιακό δικαίωμα, προβλέπει μεταξύ άλλων:
- Προωθείται το ηλεκτρονικό φακέλωμα των συνδικάτων μέσα από το «Ηλεκτρονικό Μητρώο» που θα τηρείται με ευθύνη του υπουργείου Εργασίας, προσθέτει εμπόδια στην απρόσκοπτη δράση των συνδικάτων. (άρθρο 83)
- Υπονομεύεται η ζωντανή διαδικασία των σωματείων, η Γενική Συνέλευση και η συζήτηση ανάμεσα στους εργαζόμενους με τη θεσμοθέτηση της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας, η έλλειψη της οποίας μάλιστα καθιστά παράνομη τη λήψη απόφασης για κήρυξη απεργίας, ενώ παράλληλα ανοίγει και ο δρόμος για την πιο άμεση παρέμβαση της εργοδοσίας στη λειτουργία των σωματείων. (άρθρο 86)
- Μειώνεται ο αριθμός των μελών Δ.Σ. εργατικών σωματείων που προστατεύονται από απολύσεις λόγω της συνδικαλιστικής τους ιδιότητας, με αποτέλεσμα να περιορίζεται εν τοις πράγμασι η δημοκρατική αντιπροσώπευση στη συνδικαλιστική εκπροσώπηση (άρθρο 88) και αυστηροποιούνται οι προϋποθέσεις για λήψη συνδικαλιστικής άδειας (άρθρο 90), όπως επίσης και της γνωστοποίησης απόφασης απεργίας στον εργοδότη με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι περιπτώσεις κήρυξης της απεργίας παράνομης για τυπικούς λόγους (άρθρο 91).
- Με τη «διευθέτηση» του χρόνου εργασίας, καταργείται το 8ωρο, επιβάλλεται 10ωρο, οι δύο τουλάχιστον επιπλέον ώρες εργασίας θα είναι χωρίς αμοιβή και η υπερωριακή εργασία θα «ανταλλάσσεται» με ρεπό σε χρονική στιγμή που βολεύει την επιχείρηση. Το νέο καθεστώς θα μπορεί να επιβάλλεται με ατομική σύμβαση, ακόμα κι αν το συνδικάτο του χώρου διαφωνεί και δεν υπάρχει συλλογική συμφωνία (άρθρο 59)
- Οι υπερωρίες αυξάνονται σε 150 ετησίως (από 96 στη μεταποίηση και 120 στις υπηρεσίες σήμερα) τις οποίες μονομερώς θα μπορούν να επιβάλλουν οι επιχειρήσεις, ενισχύοντας το οπλοστάσιο της υπερεκμετάλλευσης και της δουλειάς «ήλιο με ήλιο», όμως και αυτό το όριο μπορεί να ξεπερνιέται όταν επικαλούνται «επείγουσας φύσης εργασία» (άρθρο 58). Μάλιστα, η αύξηση των υπερωριών θα έρχεται στους εργοδότες και πιο φθηνά, καθώς μέχρι τις 150 ώρες ο εργαζόμενος θα αμείβεται με προσαύξηση μόλις 40%, ενώ με το ισχύον καθεστώς για πάνω από τις 120 ώρες η προσαύξηση είναι 60%. Ταυτόχρονα τίθεται ως ημερήσιο όριο νόμιμης υπερωρίας οι 3 ώρες, που αθροιζόμενο με τη μία (1) υποχρεωτική ώρα υπερεργασίας και το 8ωρο, θα οδηγήσει σε 12ωρη εργάσιμη μέρα, κάτι που άλλωστε προβλέπεται στις σχετικές ευρωπαϊκές Οδηγίες.
- Επιβάλλεται πρόσθετη απασχόληση και στους μερικώς απασχολούμενους, που όχι μόνο πρέπει να την παρέχουν αν τους ζητηθεί από την επιχείρηση, αλλά θα μπορεί να γίνει όχι συνεχόμενα στη βάρδιά τους, αλλά αφού μεσολαβήσει κενό. Έτσι, ο εργαζόμενος θα προσλαμβάνεται για 4ωρο με αμοιβή ένα ξεροκόμματο και θα είναι αναγκασμένος να βρίσκεται στο δρόμο όλη μέρα με διακεκομμένες «υπερωρίες»! (άρθρο 57)
- Παράλληλα, ορίζεται ρητά ότι «το διάλειμμα δεν αποτελεί χρόνο εργασίας», ενώ την ίδια στιγμή και με το νόμο δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερο από τα 30 λεπτά. (άρθρο 56)
- Ξηλώνεται παραπέρα το δικαίωμα στην κυριακάτικη αργία, αφού δεκάδες κλάδοι και χιλιάδες εργαζόμενοι θα υποχρεώνονται να εργάζονται και αυτή τη μέρα, δίπλα σε όσους ήδη ισχύει. (άρθρο 63)
- Κατοχυρώνεται η ασυδοσία στις επιχειρήσεις να απολύουν κατά το δοκούν και πιο φθηνά. Με μια σειρά διατάξεις, αίρεται οποιαδήποτε προστασία των θέσεων εργασίας. Στους μη ρητά προβλεπόμενους λόγους απόλυσης, δίνεται στον εργοδότη η δυνατότητα, έναντι κάποιου γλίσχρου αντιτίμου, να μην ξαναπροσλάβει τον απολυμένο, το οποίο μάλιστα απαγορεύεται να ζητήσει επικουρικά ο εργαζόμενος στους ρητά προβλεπόμενους λόγους απόλυσης (άρθρο 66). Μάλιστα, εκτός της απώλειας της εργασίας του εργαζόμενου, αυτό σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσει και σε χρηματικές απώλειες συγκριτικά με τους μισθούς υπερημερίας που θα λάμβανε έπειτα από μια θετική δικαστική απόφαση. Επιπλέον ο απολυμένος χάνει και το δικαίωμα στην ασφαλιστική κάλυψη για την περίοδο της υπερημερίας. Ειδικά στην περίπτωση ακυρότητας της αποζημίωσης απόλυσης, ο εργοδότης όχι μόνο δεν υποχρεούται να την καταβάλει ταυτόχρονα με την καταγγελία, αλλά έχει πλέον τη δυνατότητα να την καταβάλει μετά την άσκηση αγωγής σε βάρος του, με αποτέλεσμα να ανοίγει ο δρόμος για καταχρηστική άσκηση αυτής της ευχέρειας. Παράλληλα, εισάγεται πρόβλεψη για ισχυροποίηση του κύρους της απόλυσης σε περίπτωση που η μειωμένη καταβολή καταγγελίας αποδίδεται σε «προφανές σφάλμα» ή ακόμη και αμφισβήτηση κατά τον υπολογισμό της. Σε πιο φθηνές απολύσεις για τις επιχειρήσεις οδηγεί και η διάταξη με την «προμήνυση καταγγελίας» της σύμβασης (άρθρο 65). Τέλος, προβλέπεται ρητά η άδεια άνευ αποδοχών με συμφωνία εργοδότη – εργαζομένου, η οποία μπορεί εύκολα στην πράξη να οδηγήσει σε καταχρηστική αποφυγή ή αναβολή της καταβολής αποζημίωσης απόλυσης για τον εργαζόμενο (άρθρο 62)
- Βαθιά αντεργατικές είναι και οι διατάξεις για την τηλεργασία, καθώς το «δικαίωμα στην αποσύνδεση», που υποτίθεται ότι διασφαλίζεται στον εργαζόμενο, είναι ο φερετζές για να περάσει όλο το νομοθετικό πλαίσιο που μονιμοποιεί και επεκτείνει στο έπακρο τη νέα αυτή μορφή «ευελιξίας», που ωφελεί τους εργοδότες και αυξάνει την εντατικοποίηση της εργασίας, σβήνοντας τα όρια μεταξύ εργάσιμου και μη εργάσιμου χρόνου. Μάλιστα, το νομοσχέδιο δεν κατοχυρώνει την υποχρέωση του εργοδότη να παρέχει τον εξοπλισμό, αφού δίνει τη «δυνατότητα» στον εργαζόμενο να τον παρέχει αυτός..(άρθρο 67)! Επιπλέον, πρόβλημα υπάρχει και με τον ασαφή όρο περί «τηλετοιμότητας» του εργαζόμενου, ενώ με μια πρωτοφανή διάταξη αφαιρείται από τον εργοδότη η ευθύνη για την προστασία της Υγείας και της επαγγελματικής ασφάλειας του εργαζόμενου με τηλεργασία και φορτώνεται στον ίδιο τον εργαζόμενο. Όπως προκλητικά αναφέρεται στη σχετική διάταξη: «Ο τηλεργαζόμενος υποχρεούται να εφαρμόζει τη νομοθεσία για την υγιεινή και ασφάλεια στην εργασία και να μην υπερβαίνει το ωράριο εργασίας του. Κατά την παροχή τηλεργασίας από τον τηλεργαζόμενο τεκμαίρεται ότι ο χώρος τηλεργασίας πληροί τις παραπάνω προδιαγραφές και ότι ο τηλεργαζόμενος τηρεί τους κανόνες περί υγιεινής και ασφάλειας…». Η ευθύνη του εργοδότη; Ο ρόλος του κράτους στην τήρηση των προϋποθέσεων ασφάλειας για τους εργαζόμενους; Τίποτα απ’ αυτά δεν υπάρχει. Ολα είναι «ατομική ευθύνη» του ίδιου του εργαζόμενου.
- Η πρόβλεψη για Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας για τη μέτρηση του χρόνου εργασίας, εφόσον δεν εξειδικευθούν οι προϋποθέσεις ενεργοποίησης και απενεργοποίησής της, όχι μόνο δεν εγγυάται τον έλεγχο των υπερβάσεων του ωραρίου, αλλά αντίθετα μπορεί να καταλήξει εργαλείο στα χέρια του εργοδότη για «ανταπόδειξη» της τήρησης του ωραρίου ή ακόμη και για de facto υπερβάσεις με εικονικά διαλείμματα κτλ. (άρθρο 74)
- «Ψαλιδίζει» και τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας. Σύμφωνα με σχετική διάταξη, οι όροι Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας ή Διαιτητικών Αποφάσεων που δεν θα κωδικοποιηθούν σε μια νέα ΣΣΕ ή ΔΑ παύουν να έχουν ισχύ. Με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση «μηδενίζει το κοντέρ» για λογαριασμό της εργοδοσίας και όροι παλιότερων συμβάσεων που εφαρμόζονται από χρόνια, σταματούν να έχουν ισχύ αν δεν συνομολογούνται σε κάθε νέα σύμβαση. Με τον τρόπο αυτό δίνεται όπλο στους εργοδότες να θέσουν υπό αμφισβήτηση οποιοδήποτε όρο εργασίας είχαν κατακτήσει οι εργαζόμενοι στην πορεία χρόνων (άρθρο 97).
- Καταργεί το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας και στη θέση του συγκροτεί μια «Ανεξάρτητη Αρχή» ώστε οι κυβερνήσεις να μην είναι υπόλογες για τις πράξεις και τις παραλείψεις μιας τέτοιας υπηρεσίας, την ίδια στιγμή που η εργοδοσία έχει απεριόριστες προσβάσεις σε τέτοιου είδους κρατικούς μηχανισμούς (άρθρο 102).
- Με την προστασία του δικαιώματος στην «εργασία» (άρθρο 93) μπαίνουν περαιτέρω εμπόδια στην οργάνωση μιας απεργίας. Απαγορεύονται κατ’ ουσίαν οι απεργιακές περιφρουρήσεις με ρητή πρόβλεψη περί αστικής ευθύνης των συνδικαλιστικών οργανώσεων.
Οι ανωτέρω ρυθμίσεις αφορούν την κάθε νέα συναδέλφισσα Δικηγόρο, τον κάθε νέο συνάδελφο Δικηγόρο, την κάθε ασκούμενη, τον κάθε ασκούμενο. Πέραν της πλήρους άρσης του εναπομείναντος προστατευτικού χαρακτήρα του Εργατικού Δικαίου, γεγονός που θα πρέπει να ενδιαφέρει κάθε προοδευτικό άνθρωπο, πόσο μάλλον νομικό επιστήμονα, η πλήρης ανυπαρξία εργασιακών δικαιωμάτων για τις/ τους μισθωτές/τους ή καλύτερα η επέκταση της αντίληψης σε άλλους κλάδους περί ελεύθερης διαπραγμάτευσης κατά τη σύναψη της σύμβασης εργασίας μόνο ως εμπέδωση του ήδη άθλιου καθεστώτος υπερεκμετάλλευσης στα δικηγορικά γραφεία μπορεί να νοηθεί. Η τηλεργασία ως «τελευταία λέξη της μόδας» αποτελεί ήδη για εργαζόμενους σε δικηγορικά γραφεία και στις τεχνικές εταιρίες στις οποίες εργάζονται δικηγόροι μια πραγματικότητα- πραγματική τομή στην ήδη ρευστή ισορροπία μεταξύ εργασιακού και οικογενειακού- προσωπικού βίου.
Οι ρυθμίσεις αυτές έρχονται να προστεθούν στις αντεργατικές νομοθεσίες όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων και την ολόπλευρη επίθεση στην εργασία και τα συνδικαλιστικά δικαιώματα.
Ένα τέτοιο σχέδιο νόμου δε συζητιέται, αλλά επιστρέφεται.
Οι μισθωτοί και ασκούμενοι δικηγόροι γνωρίζουνε καλά τι σημαίνει για την ζωή και την ψυχική και σωματική υγεία η δουλειά χωρίς ωράριο, με απλήρωτες υπερωρίες, χωρίς συλλογική διαπραγμάτευση.
Απαιτείται εδώ και τώρα κατοχύρωση των ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων των μισθωτών και ασκούμενων δικηγόρων !
Τώρα είναι η ώρα να βάλουμε φρένο στους σχεδιασμούς κυβέρνησης και εργοδοσίας που μας θέλουν πάμφθηνο εργατικό δυναμικό, με τσακισμένα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα. Θέλουν να σκύψουμε το κεφάλι, να μείνουμε μακριά από το συλλογικό αγώνα, να αποδεχθούμε σαν κανονικότητα τις μειωμένες απαιτήσεις, την ατομική λύση, τη μισή ζωή, με μισά δικαιώματα.
Παλεύουμε για:
- Να αποσυρθεί το νομοσχέδιο – κόλαση της Κυβέρνησης.
- Κατοχυρωμένα πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα. Μισθός που να καλύπτει τις σύγχρονες ανάγκες μας. Χορήγηση αποζημίωσης σε περίπτωση απόλυσης. 7ωρο – 5ημερο – 35ωρο. Κάλυψη των 2/3 των ασφαλιστικών εισφορών μας από τον εργοδότη.
- Τώρα μέτρα προστασίας των εργαζομένων στους χώρους δουλειάς, στα Δικαστήρια, στα ΜΜΜ.
- Να κηρυχθούν άκυρες οι απολύσεις και κάθε βλαπτική μεταβολή στις συμβάσεις, τα ωράρια, τους μισθούς, τις εργασιακές σχέσεις (όπως η μονιμοποίηση υποχρεωτικής τηλεργασίας, η εκ περιτροπής εργασία κ.λπ.). Κατάργηση των αντεργατικών διατάξεων των ΠΝΠ.
- Κατοχύρωση μέτρων προστασίας της μητρότητας για όλες τις μισθωτές και ασκούμενες δικηγόρους.
- Καμία περιστολή των δημοκρατικών δικαιωμάτων του λαού με πρόσχημα τον κορονοϊό. Να μπει τέρμα στην αστυνομοκρατία και την κρατική καταστολή.
Αποφασίζουμε να συμμετέχουμε μαζικά στην απεργιακή κινητοποίηση την Πέμπτη 10:30 π.μ. στο Άγαλμα Βενιζέλου από τα εργατικά σωματεία της πόλης.
Στον λίγο χρόνο που μένει προσπαθούμε να ενημερώσουμε όλους τους συναδέλφους και τις συναδέλφισσες για τη σημασία που έχει να πετύχει αυτή η απεργία και προετοιμαζόμαστε για κλιμάκωση. Με όρους συλλογικής λειτουργίας και αλληλεγγύης προσπαθούμε να πείσουμε τους συναδέλφους να κάνουν το βήμα, να ξεπεράσουν το δικαιολογημένο φόβο και την όποια διστακτικότητα και να συμμετέχουν στην κινητοποίηση των εργατικών σωματείων της πόλης.
Για το ΔΣ της ΕΑΝΔιΘ
Ο Πρόεδρος……………………………….Ο Γραμματέας
Γιάννης Τρασανίδης……………………….Παύλος Σαλονικίδης