Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ασκούμενοι δικηγόροι είναι γνωστά. Τρέξιμο για την εύρεση ασκούντα δικηγόρου, χαμηλές ή μηδενικές αμοιβές, ενασχόληση με τις πιο άχαρες και βαρετές πλευρές του επαγγέλματος.
Οι ασκούμενοι συνήθως αποδέχονται τα παραπάνω καθώς η υποχρεωτικότητα της άσκησης για την απόκτηση της ιδιότητας του δικηγόρου δεν αφήνει άλλη επιλογή. Με μια δόση υπερβολής θα λέγαμε πως η κατάσταση αυτή έχει χαρακτηριστικά αντιτιθέμενης στο Σύνταγμα καταναγκαστικής εργασίας . Χαρακτηριστικά, έχει αναφερθεί περιστατικό κατά το οποίο νεαρή ασκούμενη ανεχόταν συμπεριφορές σεξουαλικής παρενόχλησης γιατί χρειαζόταν να “μαζέψει” τις παραστάσεις που στη Θεσσαλονίκη -για κάποιον ανεξήγητο λόγο- είναι ακόμα αναγκαίες για τη συμμετοχή στις εξετάσεις για την άδεια.
Προτείνω την εξής μικρή βέβαια αλλαγή που μπορεί όμως να επιφέρει σημαντική βελτίωση στις συνθήκες της άσκησης:
Ο πτυχιούχος της νομικής εγγράφεται ασκούμενος στο οικείο Δικηγορικό Σύλλογο χωρίς να απαιτείται η εγγραφή σε συγκεκριμένο ασκούντα δικηγόρο. Ο σύλλογος αναλαμβάνει να διεξάγει κύκλους σεμιναρίων όχι μόνο επιστημονικών αλλά και πρακτικών (π.χ. πώς συντάσσουμε ένα δικόγραφο, πώς καταθέτουμε μια αγωγή, πώς υπολογίζουμε τα έξοδα μιας υπόθεσης, επισκέψεις σε δικαστήρια) με την εθελοντική συμμετοχή έμπειρων δικηγόρων. Ο κάθε ασκούμενος διατηρεί φυσικά τη δυνατότητα να ασκηθεί σε συγκεκριμένο δικηγορικό γραφείο.
Πλεονεκτήματα:
– Εξαλείφονται φαινόμενα ακραίας εκμετάλλευσης του ασκούμενου δικηγόρου
– Απαλλαγμένος από το άγχος της υποχρεωτικής εύρεσης γραφείου, ο ασκούμενος μπορεί να διαπραγματευτεί με τον ασκούντα πιο αποτελεσματικά τις συνθήκες άσκησής του.
– Με δεδομένο ότι σημαντικός αριθμός ασκουμένων θα αρκείται στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα του συλλόγου επειδή πιθανόν θέλει να δώσει μεγαλύτερη βάση στο μεταπτυχιακό του, θα μεταβληθεί η σχέση προσφοράς-ζήτησης ασκουμένων ενισχύοντας τη διαπραγματευτική δυνατότητα του ασκουμένου για τις συνθήκες εργασίας στο εκάστοτε γραφείο.
Η πρόταση αυτή μπορεί να γίνει άμεσο διεκδικητικό αίτημα των ασκουμένων και των συλλόγων τους απέναντι στο υπουργείο και στους Δικηγορικούς Συλλόγους. Δεν έρχεται σε αντιπαράθεση με άλλες προτάσεις που έχουν κατατεθεί και επιχειρούν να ανατρέψουν το χάλι που επικρατεί όπως η θέσπιση με νόμο κατώτατης υποχρεωτικής αμοιβής, η ένταξη της άσκησης στο πτυχίο της νομικής ή ακόμα και η κατάργηση του θεσμού που έχει εκφυλιστεί.
Οι ηγεσίες των συλλόγων και οι δικηγόροι, που συχνά εκμεταλλεύονται κουτοπόνηρα την φθηνή εργασία που τους προσφέρει το υπάρχον καθεστώς, πρέπει επιτέλους να αντιληφθούν την τεράστια δυσφήμηση που προκαλείται για τον δικηγορικό κλάδο όταν η κοινωνία μαθαίνει ότι ο γνωστός τους που “πρόκοψε” και σπούδασε νομική, εργάζεται σε τόσο εξευτελιστικές συνθήκες. Η δυσφήμηση αυτή λειτουργεί τελικά σε βάρος όλου του κλάδου.
Γιώργος Λογοθέτης
Δικηγόρος Θεσσαλονίκης