1) Η αναλογιστική μελέτη που εκπονήθηκε με πρωτοβουλία του ΔΣΑ για τον Τομέα Ασφάλισης Νομικών (ΤΑΝ) παρέχει μία σειρά χρήσιμων στοιχείων για την τρέχουσα κατάσταση στην οποία βρίσκεται το Ταμείο μας. Πρώτα απ’ όλα, ο δείκτης ελλείμματος, όπως προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ εισφορών και παροχών, διαμορφώνεται αυτή τη στιγμή στο 53%. Για να γίνει ακόμη καλύτερα αντιληπτή η δραματική ταμιακή κατάσταση, επισημαίνεται ότι ο συντελεστής αποθεματοποίησης (ο οποίος μας δείχνει κατά πόσο η σημερινή περιουσία του ταμείου καλύπτει τα δεδουλευμένα δικαιώματα των ασφαλισμένων) βρίσκεται μόλις στο 8%. Δηλαδή τα αποθεματικά του ΤΑΝ θα έπρεπε να φτάνουν στο ύψος των 3,15 δις ευρώ, ενώ ανέρχονται στο ποσό των 342 εκ ευρώ περίπου.
Είναι, λοιπόν, σαφές ότι απαιτούνται βαθιές τομές για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του Ταμείου, ώστε να είναι δυνατή και στο μέλλον η συνέχιση καταβολής συνταξιοδοτικών παροχών. Με το υπάρχον σύστημα εκτιμάται ότι τα αποθεματικά θα μηδενιστούν εντελώς μέχρι το 2019. Μάλιστα, ακόμη και αν υποτεθεί ότι η εισπραξιμότητα των εισφορών θα άγγιζε το 100% για τα επόμενα έτη το Ταμείο θα έφτανε στη χρεοκοπία περί το 2021 (!). Τα βάρη, όμως, πρέπει να κατανεμηθούν όσο το δυνατόν πιο δίκαια μεταξύ των διαφορετικών κατηγοριών ασφαλισμένων και όχι με τρόπο που θα οδηγήσει μεγάλο μέρος νέων συναδέλφων στην έξοδο από το επάγγελμα.
Παρά τα ενδιαφέροντα ποσοτικά στοιχεία που παρέχονται για την τρέχουσα κατάσταση, η εκτίμηση της μελέτης για τη μελλοντική οικονομική κατάσταση του ΤΑΝ στηρίζεται σε ανεδαφικές (έως αστείες) παραδοχές. Ειδικότερα:
- Ως προς την εισπραξιμότητα το “ρεαλιστικό” σενάριο προβλέπει να ανέλθει σε 95% το 2026 και να παραμείνει σταθερά σε αυτό το επίπεδο μέχρι το 2065. Αυτό την ώρα που το 2015 εισπράχθηκε μόλις το 58% των ασφαλιστικών εισφορών! Δεδομένου του υφεσιακού οικονομικού περιβάλλοντος και της επαγγελματικής πραγματικότητας που όλοι αντιμετωπίζουμε, είναι προφανές ότι τα εν λόγω ποσοστά είναι υπέρ του δέοντος αισιόδοξα.
- Σχετικά με την είσοδο νέων ασφαλισμένων ακολουθήθηκε η μεθοδολογία του σταθερού πληθυσμού, δηλαδή θεωρήθηκε ότι για κάθε μία αποχώρηση θα έχουμε μια νέα είσοδο ασφαλισμένου (1 προς 1). Σήμερα οι ασφαλισμένοι ανέρχονται περί τις 45.000 και οι συνταξιούχοι περί τις 13.000. Όμως, ο αποπληθωρισμός στο επάγγελμα είναι ήδη γεγονός με βάση τα επίσημα στοιχεία, άρα είναι τουλάχιστον αφελές να εικάσει κανείς ότι η συγκεκριμένη αναλογία δε θα αλλάξει προς το δυσμενέστερο μέσα στις επόμενες δεκαετίες.
Στηριζόμενη πάντως σε αυτές τις παραδοχές, η αναλογιστική μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εργασίας δεν εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα του ΤΑΝ, καθώς το Ταμείο παραμένει ελλειμματικό κατά 11% περίπου, ενώ ως πιθανό έτος μηδενισμού των αποθεματικών ορίζεται το 2021. Προφανώς, η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη αν προβούμε σε μια εκτίμηση που στηρίζεται σε πιο ρεαλιστική βάση.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι ανωτέρω εσφαλμένες παραδοχές φαίνεται ότι επιλέχθηκαν, ώστε να παρουσιαστεί ως μόνη βιώσιμη λύση η πρόταση του ΔΣΑ για τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος, η οποία στηρίζεται σε δύο πυλώνες:
- Κατάργηση της διάκρισης παλαιών και νέων ασφαλισμένων (πριν και μετά το ’93)
- Χρηματοδότηση του ποσού της εθνικής σύνταξης (384 ευρώ) από τον κρατικό προϋπολογισμό
Οι συγκεκριμένες προτάσεις, παρότι επιχειρείται να παρουσιαστούν ως δίκαιες, στην πραγματικότητα ανατρέπουν την πιο προοδευτική καινοτομία που εισάγεται με το σχέδιο της κυβέρνησης, δηλαδή τη σύνδεση των εισφορών με το φορολογητέο εισόδημα. Ως εκ τούτου, είμαστε καθόλα αντίθετοι σε μια τέτοια πρόταση, η βασική συνέπεια της οποίας είναι η εύνοια προς τους δικηγόρους με τα μεγαλύτερα εισοδήματα που διατηρούν και το μεγαλύτερο μέρος της δικηγορικής ύλης.
2) Αναφορικά με τις προτεινόμενες από τον Υπουργό Εργασίας αλλαγές-βελτιώσεις στη νομοθετική πρόταση της Κυβέρνησης, μπορούμε να παρατηρήσουμε τα εξής:
- Ως προς τους νέους δικηγόρους (πρώτη 5ετία): Η εισφορά μόνο για την κύρια σύνταξη ορίζεται στο 14% για τα 3 πρώτα χρόνια και στο 17% (αντί για 20%) για τα επόμενα 2. Αυτό σημαίνει ότι για την πρώτη τριετία η συνολική ασφαλιστική επιβάρυνση φτάνει το 32,45%, ενώ για την επόμενη διετία το 35,45%. Εάν εφαρμόσουμε τους συγκεκριμένους συντελεστές στο κατώτατο όριο που τίθεται και υπολογίζεται βάσει του κατώτατου μισθού, οι εισφορές που προκύπτουν ανέρχονται σε 1.901,57 ευρώ και 2077,37 ευρώ αντίστοιχα. Τα συγκεκριμένα ποσά είναι εξωφρενικά σε σχέση με τις πραγματικές δυνατότητες της συντριπτικής πλειοψηφίας των νέων συναδέλφων. Επανερχόμαστε, λοιπόν, στην πρότασή μας για μείωση των ασφαλιστικών εισφορών στο 50% του ελάχιστου ορίου καταβολής που προτείνεται, εφόσον το ετήσιο εισόδημά τους δεν υπερβαίνει τα 10.000 ευρώ.
- Ως προς τους χαμηλοεισοδηματίες δικηγόρους (άνω της 5ετίας): Η μόνη βελτίωση για τους συναδέλφους με εξαιρετικά χαμηλά εισοδήματα (κάτω των 7.000) αφορά στον υπολογισμό του κατώτατου ορίου καταβολής βάσει του 10πλάσιου και όχι του 12πλάσιου του κατώτατου μισθού άγαμου άνω των 25 ετών. Δηλαδή, το τεκμαρτό εισόδημα βάσει του οποίου θα υπολογίζονται οι εισφορές ανέρχεται περίπου στα 5.860 ευρώ. Ως εκ τούτου, οι πλέον οικονομικά αδύναμοι θα καλούνται να πληρώσουν κατ’ ελάχιστο το ποσό των 2.253,17 ευρώ περίπου. Δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε ότι για τους δικηγόρους άνω της 5ετίας το γεγονός αυτό συνιστά μείωση των ασφαλιστικών τους υποχρεώσεων σε σχέση με το ισχύον πλαίσιο. Όμως, μεγαλύτερη ωφέλεια προβλέπεται για τα μεσαία εισοδήματα (7.001 έως 13.000 ευρώ) στα οποία δίνεται έκπτωση 50% στο σύνολο των εισφορών. Μάλιστα, η έκπτωση δίνεται και για εισοδήματα από 13.001 έως 63.000 ευρώ, βαίνει όμως μειούμενη κατά 1% για κάθε 1.000 ευρώ εισοδήματος. Το βασικό ζήτημα προκύπτει από το γεγονός ότι οι συγκεκριμένες εκπτώσεις ισχύουν μόλις για τρία έτη (2017, 2018, 2019) και, άρα, αποτελούν απλώς μια προσωρινή χαριστική ρύθμιση της κυβέρνησης με σκοπό να μετριαστούν οι αντιδράσεις των επιστημονικών συλλόγων και να “περάσει” πιο εύκολα το ασφαλιστικό νομοσχέδιο. Η μόνη λύση για να εξασφαλιστεί σε μόνιμη βάση τόσο η εσωτερική δικαιοσύνη μεταξύ των ασφαλισμένων όσο και η επαρκής χρηματοδότηση των ταμείων είναι η καθιέρωση προοδευτικής κλίμακας εισφορών στους ελεύθερους επαγγελματίες ανάλογα με το εισόδημά τους.
- Ως προς τους δικηγόρους με θεμελιωμένο συνταξιοδοτικό δικαίωμα (άνω των 62 ετών): Προβλέπεται παροχή κινήτρων για παραμονή στην ασφάλιση, είτε μέσω μεγαλύτερου συντελεστή στη σύνταξη είτε με μεγαλύτερη έκπτωση στις εισφορές. Η πρόταση αυτή υποτίθεται ότι αποσκοπεί στη στήριξη της βιωσιμότητας των Ταμείων δια της βελτίωσης της αναλογίας μεταξύ ασφαλισμένων και συνταξιούχων. Είναι, όμως, εξαιρετικά επικίνδυνη σε συνθήκες περιορισμού της δικηγορικής ύλης και de facto αποπληθωρισμού του επαγγέλματος. Πρέπει να υπάρξει συντονισμένη πολιτική ώστε το επάγγελμα να αποπληθωριστεί μέσω της αποχώρησης των ηλικιακά μεγαλύτερων επαγγελματιών που μπορούν να βγουν στη σύνταξη. Εάν δοθούν κίνητρα για παραμονή αυτών, οι οποίοι κατά βάση νέμονται και τη μεγαλύτερη μερίδα της αγοράς, τότε μοιραία οδηγούμαστε στην εγκατάλειψη του κλάδου από τους νέους δικηγόρους που δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους.
- Ως προς τα ένσημα και τα γραμμάτια προείσπραξης: Η μόνη αμιγώς θετική πρόταση του Υπουργείου είναι η διατήρηση των ενσήμων (και άρα του συμψηφισμού τους με τις ατομικές μας εισφορές), καθώς και η πρόβλεψη αφαίρεσης του ποσού που παρακρατείται στα γραμμάτια προείσπραξης (περίπου 8-9%) από τις εισφορές που καλούμαστε να πληρώσουμε.
Συνολικά, οι νέες προτάσεις του Υπουργείου, ακόμη και όταν είναι στη σωστή κατεύθυνση, είναι άτολμες και δεν αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τα βασικά προβλήματα της αρχικής πρότασης. Οφείλουμε, λοιπόν, να συνεχίσουμε τις αγωνιστικές κινητοποιήσεις κατά του υποβληθέντος κυβερνητικού σχεδίου.
Για το ΔΣ της ΕΑΝΔιΘ
Ο Πρόεδρος…………………….Ο Γραμματέας
Μιχάλης Μήττας……………….Αναστάσιος Ξένος